Μεγάκοσμος - Μικρόκοσμος
Μεγάκοσμος
Ανατρέχοντας στους μεγάλους της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας που ανέλυσαν πριν από τρεις χιλιάδες χρόνια την φύση και τις δομές της Γης, του ηλιακού μας συστήματος και του συνόλου του κόσμου, συλλέγουνε σήμερα εξαιρετικά χρήσιμες πληροφορίες, τις οποίες, οι επιστήμονες των εργαστηρίων επεξεργάζονται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Το Σύνολο του Κόσμου, στον Πλάτωνα, αποτελεί στο βάθος του, ένα δημιούργημα του Νου και της Καλοσύνης, σαν πρώτες αιτίες της Ιδέας της Αγαθού.
Η Φιλοσοφία του Πλάτωνα για τον Κόσμο του Σύμπαντος είναι απ’ άκρη σ’ άκρη Τελεολογική. Αυτός ο Κόσμος που βλέπουν τα ανθρώπινα μάτια να ξετυλίγεται τα βράδια με τα δισεκατομμύρια των άστρων και των Γαλαξιών αποτελεί ό,τι πιο Ωραίο, ό,τι πιο τέλειο, ό,τι πιο αιώνιο κατασκεύασε ο Δημιουργός-Νους. Κι επειδή ο Νους μπορεί να κατοικεί μόνο μεσ’ σε μια ζωντανή ψυχή, το Σύνολο του Κόσμου είναι «Έμψυχον». Ο Πλατωνικός Κόσμος που λειτουργούσε έξω από τις αισθήσεις και στηριζόταν στις ιδεολογίες του «Κόσμου των Ιδεών», αποτέλεσε για τον μαθητή του Αριστοτέλη «Κόσμο Επιστημονικής Έρευνας και Εποπτείας» προκειμένου να στηρίξει τις δικές του κοσμογονικές απόψεις.
Η σημερινή Επιστήμη γνωρίζει ότι το Σύμπαν, όπως σήμερα μελετάται και παρατηρείται, περιγράφεται από μια Ευκλείδεια Γεωμετρία και ότι οι μορφές και τα σχήματα που αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας αποτελούν ψευδείς απεικονίσεις άλλων, ίσως πραγματικών γεγονότων, όμως, μη αισθητών, που αποτυπώνονται σκιωδώς σε μικρά τμήματα του χώρου. Υπενθυμίζεται ότι, την φυσική πραγματικότητα που περιέγραψε ο Πλάτωνας την είχαν περιγράψει σε προηγούμενα χρόνια ο Ηράκλειτος, ο Δημόκριτος και ο Παρμενίδης, οι οποίοι δίδασκαν στους μαθητές τους, στις Σχολές της Αρχαιότητας, ότι «αυτά που οι αισθήσεις μας συλλαμβάνουν ως αντιληπτά, είναι ψευδείς απεικονίσεις που δημιουργούνται από τον ανθρώπινο νου και ότι, η γνώση που προέρχεται από τις αισθήσεις, είναι ψευδείς, ενώ μόνον η διανοητική γνώση ανταποκρίνεται στην Συμπαντική αλήθεια».
Στην περίπτωση αυτή, μπορούμε σήμερα να ισχυριστούμε ότι, οι προσωκρατικοί Έλληνες φιλόσοφοι είχαν συλλάβει με τις μελέτες τους τις βασικές Αρχές που διέπουν τους νομικούς κανονισμούς των σημερινών θετικών επιστημών. Για να κατανοήσουμε όμως, σε βάθος λογικής σκέψης, την σύγχρονη Φυσική και Αστροφυσική, ιδιαίτερα στην ερμηνεία του Μεγάκοσμου, πρέπει να ταξινομήσουμε, σε επιστημονική βάση, ορισμένα βασικά δεδομένα. Η κοινή ανθρώπινη λογική επιβάλλει την εις βάθος μελέτη των επιστημών του Διαστήματος, πάντα σε συγκερασμό των συγχρόνων επιστημόνων με τους φυσικούς προσωκρατικούς ερευνητές για την σαφέστερη ερμηνεία λειτουργίας του κοσμικού χώρου.
Η έννοια της «Ύλης», όπως αυτή γίνεται αντιληπτή από τις αισθήσεις μας, έχει ήδη ανατραπεί από την σύγχρονη φυσική, με αποτέλεσμα τον παραμερισμό της Νευτώνειας Μελέτης του Σύμπαντος και την αντικατάστασή της με την Κβαντική Φυσική και την Φυσική των στοιχειωδών σωματιδίων. Στον αρχαίο Ελληνικό κόσμο, το Όν, υποδηλώνει το σύνολο της Κοσμικής Κτίσης, το Άπειρο Σύμπαν, που κλεισμένο ερμητικά στο Σύνολό του αποτελεί τον Θεό του Παντός.
Ο Παρμενίδης από την Ελέα, δάσκαλος του Ζήνωνα και στενός φίλος με σημαντικούς Πυθαγόρειους, ισχυρίζεται ότι υπάρχουν πολλά αποδεικτικά στοιχεία που μας δείχνουν ότι το Ον είναι Αγέννητο και Αθάνατο. Το Ον του Παρμενίδη αποτελεί Ολότητα, είναι Ακίνητο, δεν έχει Αρχή, ούτε Τέλος. Ποτέ δεν ήταν και ποτέ στο μέλλον δεν θα είναι, επειδή τώρα, στην κάθε παρούσα στιγμή είναι «όλα μαζί» και έχει την συνέχεια μέσα του. Ρώτησαν τον Παρμενίδη, πως είναι δυνατόν το Ον να είναι Αγέννητο.
Ο προσωκρατικός Κοσμολόγος απάντησε: «Για ποια αιτία να γεννηθεί το Ον; Και, από ποια αιτία θα μεγάλωνε; Αν δεχόμαστε ότι είναι Μη Ον, τότε θα ισχυριζόμαστε ότι Δεν Υπάρχει! Όμως, από το Μη Ον, τίποτε δεν μπορεί να γεννηθεί, γιατί από το τίποτα δεν προκύπτει τίποτα! Για την ίδια Αιτία το Ον που αντιλαμβανόμαστε ως Ανεξήγητον και Ασύλληπτον, δεν μπορεί ποτέ να χαθεί! Γιατί, τι Ον θα ήταν, αν είχε την απώλεια μέσα του;»
Όλα αυτά που ισχυρίζεται ο Παρμενίδης, υπόκειται σε μια βαθυστόχαστη ερμηνεία του Μεγαλόκοσμου αλλά και του Μικρόσκοσμου, η οποία, σε βάθος νοήματος δηλώνει την Δημιουργία ως Απόλυτο έργο ενός Δημιουργού. Η θεοκρατική ερμηνεία του φυσικού κόσμου και παράλληλα του Μικρόκοσμου και του Μεγακόσμου, όπως ο Παρμενίδης την συνέλαβε, ξεδιπλώνει μια αστείρευτη ποικιλία κοσμικού προβληματισμού για τους σημερινούς ερμηνευτές της Συμπαντικής Φύσης.
Λέει ο Παρμενίδης: «Το Ον είναι Αδιαίρετο, γιατί αποτελείται από μια Ουσία η οποία έχει την συνέχεια μέσα της και ταυτίζεται μόνον με τον εαυτό της. Ο Νόμος της Ανάγκης την επιβάλλει πάντα σαν Σταθερή και Ακίνητη, ενώ η Αρχή της Κίνησης υπάρχει μόνον στις εσωτερικές διεργασίες της. Το Ον, στα άπειρα μεγέθη του, καθορίζεται μέσα σε ορισμένα όρια, ορισμένο σχήμα… κι’ αυτό το σχήμα πρέπει να είναι Τέλειο, μέσα στον κόσμο των σωμάτων. Κι’ αυτό το Τέλειο Σχήμα είναι η Σφαίρα. Αποτέλεσμα: Το Ον, είναι μια Τέλεια Σφαίρα. Ακίνητη, χωρίς Αρχή, χωρίς Τέλος, Αδιάκριτη, Αμετάβλητη, Σταθερή και ταυτόσημη μόνον με τον εαυτό της».
Παρά το γεγονός ότι ο Παρμενίδης αντιλαμβάνεται το Ον σαν ένα σώμα, αυτό δεν σημαίνει ότι έρχεται σε αντίθεση με την Ασώματη πραγματικότητα, γιατί τέτοια μορφή αντίληψης δεν υπάρχει στα χρόνια που ο ίδιος ζει. Ο Υλικός και ο Νοητός κόσμος, στα χρόνια του Παρμενίδη δεν έχει ακόμα εμφανισθεί στην σκηνή του φυσικού κόσμου της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας. Ο Windelband ισχυρίζεται ότι « θα ήταν άδικο και άστοχο να χαρακτηρίσουμε τον Παρμενίδη ως Θετικιστή η ως ιδεοκράτη. Δεν είναι ούτε το ένα, ούτε το άλλο».
Αυτό όμως, που σήμερα θεωρείται βέβαιο, είναι ότι άνοιξε την Πύλη της Μεταφυσικής ερμηνείας, ιδιότητα του Μεγάκοσμου και ότι ακούγονται τα μηνύματα του κορυφαίου στοχαστή, όχι μόνο ως τα τέλη της Κλασσικής περιόδου, όχι μόνον ως το κλείσιμο του Νεοπλατωνισμού και του Πλωτίνου, αλλά ως τις μέρες της σημερινής επιστήμης που ανιχνεύει την ερμηνεία του Σύμπαντος μέσα από τα ακούσματα των στοχαστών της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας. Εξετάζοντας οι επιστήμονες τα δεδομένα που λαμβάνουμε, από την κλασσική Φυσική του Νεύτωνος, θεωρούν ως αυτονόητο το γεγονός, ότι ο Συμπαντικός χώρος περιγράφεται από την Ευκλείδεια Γεωμετρία. Όπως, μέχρι πριν λίγα χρόνια ήταν γνωστό, οι ανθρώπινες αισθήσεις μπορούσαν να αντιληφθούν μόνο σχήματα και μορφές τα οποία δρούσαν μέσα σε Ευκλείδειους χώρους, στις 3 γνωστές διαστάσεις, μήκος, πλάτος, και ύψος.
Όμως, η θεωρία της Σχετικότητας του Αϊνστάιν απέδειξε ότι, αυτή η πίστη μας στην Ευκλείδεια Γεωμετρία ήταν λανθασμένη, αποδεικνύοντας με Μαθηματικούς όρους ότι ο χώρος του Σύμπαντος, δεν σχετίζεται ερμηνευτικά με την Γεωμετρία του Ευκλείδη, αλλά περιγράφεται από μια νεότερη Γεωμετρία, την «Γεωμετρία Ρίμαν» η όποια καμία απολύτως σχέση δεν έχει με την Ευκλείδεια. Είναι σαφές ότι, για την σημερινή Επιστήμη κάθε σχήμα και κάθε μορφή που υλοποιούνται μέσα σε ένα χώρο του Ρίμαν, απεριορίστων διαστάσεων, δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή από τις ανθρώπινες αισθήσεις.
Οι αισθήσεις μας αντιλαμβάνονται μορφές που δεν είναι πραγματικές. Αντιλαμβάνονται επίσης σχήματα που κι’ αυτά δεν είναι πραγματικά. Στην επιστημονική του προσέγγιση οι μορφές και τα σχήματα είναι προβολές, δηλαδή σκιές, οι οποίες, μέσα στο Συμπαντικό χώρο, λόγω του μεγέθους τους, συμπεριφέρονται σαν Ευκλείδειος χώρος, οι οποίοι γίνονται εικαστικά αντιληπτό από τις ανθρώπινες αισθήσεις.Η αλήθεια άραγε, είναι κρυμμένη μέσα στις μαθηματικές σχέσεις; Και το ερώτημα που προκύπτει με την ερμηνεία του Σύμπαντος είναι Ερμηνεία «Μαθηματική υπόσταση;».
Μήπως, το άρρηκτο μέγεθος του Απείρου, σε βάθος επιστημονικής προσέγγισης, κρύβει μυστικά, που η πολυπλοκότητά τους θα κρατά πάντα την επιστήμη δέσμια μιας Έρευνας δίχως τέλος; Ή, μήπως, ήρθε να συνειδητοποιήσουμε ότι, η μελέτη του Μεγάκοσμου που αφορά στο Σύμπαν, δεν μπορεί πλέον να αποτελεί για εμάς, τους ανθρώπους αντικείμενο έρευνας και μελέτης, με αποδείξεις που θα προκύπτουν από τις αισθήσεις μας προς όφελος της επιστήμης, αλλά ένα έργο της δικής μας σκέψης, του νου μας, το οποίο στον επερχόμενο χρόνο ο άνθρωπος θα πρέπει να το χρησιμοποιήσει σαν «έκτη αίσθηση», πιο προηγμένη, πιο ευαίσθητη και, ίσως, πιο αποδεικτική από τις πέντε αισθήσεις μας;
Μικρόκοσμος
Στην προ-Σωκρατική περίοδο, το ερώτημα που απασχολούσε τα φιλοσοφικά ρεύματα της εποχής ήταν το ακόλουθο: «Το Άπειρο, ενυπάρχει ή όχι, μέσα στην ύλη;» Με λίγα λόγια, η ύλη έχει άπειρη διακριτικότητα; Άπειρες τομές; Αυτοί που θα συμφωνούσαν με την «εις άπειρον τομήν» της ύλης θα έπρεπε θα αρνηθούν την «ατομικότητά της» που δηλώνει ότι ένα άτομο, δεν τέμνεται περισσότερο από, όσο είναι. Για μια σαφέστερη τοποθέτηση, η Αρχαία Ατομική θεωρία, όταν λέγει «άτομα» εννοεί μικρά τμήματα της μάζας, δηλαδή «μόρια της ύλης» και όχι άτομα, δηλαδή άτμητα, αδιαίρετα, όπως με σαφήνεια αποκαλύπτει η λέξη.
Οι σπουδαιότεροι εκπρόσωποι της Αρχαίας Ατομικής Φιλοσοφίας του 5ου αιώνα προ Χριστού ήσαν ο Λεύκιππος και ο Δημόκριτος ενώ στα μετέπειτα χρόνια, ο Επίκουρος. Τον 18ο αιώνα, η Ατομική Επιστήμη, βασισμένη στις θεωρητικές Αρχές της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας, κάνει την εμφάνισή της, πιστεύοντας δυναμικά ότι ο Μικρόκοσμος, κάτω απ’ τα κρύσταλλα των μικροσκοπίων, είναι ένας κόσμος με αδιάκοπα κινούμενα σωματίδια τα οποία έχουν δική τους κίνηση και αλληλοεπιδρούν μεταξύ τους.
Τον 19ο αιώνα η Ατομική θεωρία θεμελιώνει την νεοσύστατη επιστήμη της Χημείας ενώ η Κινητική θεωρία θεμελιώνει έναν καινούργιο τομέα της φυσικής, την Θερμοδυναμική, με πρωταγωνίστρια την ενέργεια. Η ιδέα ότι ο Μακρόκοσμος και ο Μικρόκοσμος είναι δυο κόσμοι φτιαγμένοι απ’ το ίδιο υλικό και αλληλεπιδρούν μεταξύ τους δημιούργησε για τους επιστήμονες και τους ερευνητές γοητευτικά ενδιαφέροντα, κυνηγώντας την εννοιολογική απόδειξη ότι: «Ο ένας κόσμος χωράει μέσα στον άλλο!»
Ο Μικρόκοσμος της ύλης, τεμαχισμένος μέσα σε υπερσύγχρονο επιταχυντή ανδρονίων, μαζεύει τους ερευνητές που κυριολεκτικά βυθίζονται στον ωκεανό της μικρότητάς τους, προσπαθώντας να αποκρυπτογραφήσουν τις Αρχές και τα μυστικά της Δημιουργίας. Ανακαλύπτονται καινούργιοι κανόνες όπου, κάθε σημαντικό κομμάτι δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα σύνολο σωματιδίων τα οποία κατέχουν την Αρχή της Κίνησης και της Αλληλεπίδρασης. Κάθε ένα από τα απειροελάχιστα αυτά σωματίδια το οποίο είναι αόρατο στο ανθρώπινο μάτι, έχει ταχύτητα, έχει μάζα, έχει κινητική ενέργεια, ενώ η δυναμική του ενέργεια αποδεικνύει, την αλληλεπίδρασή του με τα άλλα σωματίδια. Εξετάζοντας με ενδελέχεια τον Μικρόκοσμο, διαπιστώνουμε ότι η ενέργεια είναι μόνο κινητική και δυναμική.
Οι έννοιες που συνοψίζουν τα χαρακτηριστικά του Μικρόκοσμου, είναι σχετικές με την πυκνότητα ενός υλικού, με την πίεση ενός αερίου, με τη θερμοκρασία ενός σώματος, με την εσωτερική ενέργεια ενός σώματος – συστήματος η οποία μπορεί να θεωρηθεί ως θερμική, ή χημική. Θεωρείται απαραίτητο να συσχετίσουμε τις τιμές αυτών των ποσοτικών εννοιών με τις προκύπτουσες εικόνες του Μικρόκοσμου. Η διαμόρφωση της πυκνότητας ενός υλικού στοιχείου διαμορφώνεται από την ποσότητα των σωματιδίων σε κάθε μονάδα όγκου και δεν αποτελούν μετρήσιμο ενδιαφέρον για το πόσο γρήγορα κινούνται. Οι θεωρητικοί επιστήμονες του 19ου αιώνα, μετά από επίπονες έρευνες πολλών ετών, κατέληξαν στον συμπέρασμα: «Η θερμοκρασία ενός σώματος διαμορφώνεται από την ταχύτητα κίνηση των σωματιδίων και όχι από τον διαμορφούμενο όγκο σε κάθε ένα κυβικό εκατοστό».
Πιο παραστατικά, η θερμοκρασία είναι ανάλογη με τον μέσο όρο των κινητικών ενεργειών που έχουν τα σωματίδια. Για να διαπιστώσουμε τον ζητούμενο «μέσο όρο», διαιρούμε το άθροισμα των κινητικών ενεργειών με το πλήθος που έχουν τα σωματίδια. Τον 19ο αιώνα, οι επιστήμονες ανακαλύπτουν ότι το σωματίδιο- άτομο είναι συμπαγές και αδιάσπαστο. Οι χημικοί αποκαλούν το σωματίδιο «μόριο» και θεωρούν ότι αυτό το «μόριο» συγκρατούνται από σταθερά, αδιάσπαστα άτομα. Η ποικιλία των αδιάσπαστων αυτών ατόμων ανάγεται σε 92 διαφορετικά άτομα, αρχίζοντας από το άτομο του υδρογόνου που είναι το πιο ελαφρύ, μέχρι το αντίστοιχό του άτομο του ουρανίου που είναι το πλέον βαρύ.
Οι ερευνητές του 19ου αιώνα, διαπιστώνουν ότι το άτομο αντιπροσωπεύει βασική μονάδα ύλης και αποτελείται από ένα μικροσκοπικό πυρήνα πρωτονίων και νετρονίων, ο οποίος περιβάλλεται από ηλεκτρόνια. Αυτό το άτομο, διατηρείται σαν ένα απόλυτα συμπαγές σφαιρίδιο, όπως συμβαίνει με ένα κουκούτσι στο κέντρο ενός φυσικού καρπού. Ο Αριστοτέλης, με δικό του προσδιορισμό, αναλύει το «είναι» των ατόμων σε ύλη και μορφή που, και τα δυο, είναι Αιώνια. Στα τέλη του 19ου αιώνα, τα Ευρωπαϊκά Εργαστήρια που ασχολούνται με την δομή του Ατόμου, ανακαλύπτουν το Ηλεκτρόνιο, ένα απίστευτα μικρό σωματίδιο με αρνητικό ηλεκτρικό φορτίο, που κινείται σταθερά γύρω από τον πυρήνα του ατόμου.
Η επιστήμη πλέον έχει εισέλθει σε μια καινούργια περίοδο διαχείρισης της στοιχειώδους μορφής των σωματιδίων. Το ηλεκτρόνιο ανακαλύφθηκε το 1897, στο Cambridge της Αγγλίας στην διεξαγωγή ενός πειράματος με σωλήνα 27 εκατοστών. Η ονοματοθεσία του, ως ηλεκτρόνιο ανάγεται στην ελληνική γλώσσα. Το ηλεκτρόνιο αποτέλεσε το πρώτο στοιχειώδες σωματίδιο, αυτό δηλαδή που δεν μπορεί να διακριθεί σε άλλα μικρότερα. Σήμερα τα ηλεκτρόνια της εξωτερικής στιβάδας από τον πυρήνα, αποτελεί ιδιαίτερο ενδιαφέρον με την επιστήμη της Χημείας, ενώ, η επιστήμη της Ηλεκτρολογίας ασχολείται με τα ηλεκτρόνια εκείνα τα οποία, από κάποια αιτία, έχουν αποδράσει από το πεδίο του πυρήνα, δεν συμπεριλαμβάνονται στην στιβάδα του και χαρακτηρίζονται ως ελεύθερα.
Να σημειωθεί ότι το Φως, ανάγεται στις δραστηριότητες των ερευνητών που στράφηκαν στις αιτίες παραγωγής του, και τελικά αναδείχθηκαν σαν μια εντελώς δυναμική ενασχόληση στην δημιουργία της επιστήμης της Φυσικής, που άνοιξε διάπλατα καινούργιος ορίζοντες στο πέρασμα του 20ου και την είσοδο του 21ου αιώνα. Η ισχυρή πυρηνική Δύναμη, δηλαδή η Αλληλεπίδραση (strong Fouce) που αποτελεί των ισχυρότερη από τις τέσσερεις θεμελιώδεις δυνάμεις, με την μικρότερη ακτίνα δράσης, έλκει το ενδιαφέρον των επιστημόνων που διαπιστώνουν ότι, η δύναμη αυτή συγκρατεί τα κουάρκ μεταξύ τους στον σχηματισμό των πρωτονίων και των νετρονίων ενώ, σε συνέχεια τα πρωτόνια και τα νετρόνια, μέσω πάντα της ισχυρής Πυρηνικής Δύναμης συγκροτούνται μεταξύ τους στον σχηματισμό των πυρήνων.
Ζούμε σε ένα πραγματικό «κόσμο θαυμάτων» όταν οι Φυσικές Επιστήμες, η Κοσμολογία και η Αστροφυσική μας περιέχουν καθημερινά έναν ασύγκριτο πλούτο πληροφοριών, ώστε ο κοινός, ανθρώπινος νους να μπορεί λίγο λίγο να ερμηνεύσει τους διαρκώς αποκαλυπτόμενους Νόμους της Φυσικής και να «ίσταται εκστατικός μπροστά στο πανόραμα της Θεϊκής Δημιουργίας». Κι ίσως αυτή, μέσα από τους αποκαλυπτικούς κώδικες που μας προσφέρει η Επιστήμη της Νανοτεχνολογίας και της Έρευνας του Μικρόκοσμου να μπορέσουμε να ακούσουμε τις φωνές και τα μηνύματα του παρελθόντος που βρίσκονται με ασφάλεια κρυμμένες στους θύλακες ενός εν Δυνάμει Μικρόκοσμου ο οποίος, από τα βάθη της ύλης, αντί να τον παρατηρήσει, μας παρατηρεί.