Κίνηση – Ακινησία
«Το ένα από τα δύο είδη της κίνησης είναι η φορά. Το άλλο, η αλλοίωσης». Πλάτων
Κίνηση
Κίνηση είναι η αυθόρμητη μετάθεση ενός όντος ή ενός αντικειμένου ή ενός σωματιδίου από μία θέση σε μία άλλη. Κινητός, είναι ένας κύριος ο οποίος σε σχέση με έναν ακίνητο κύριο αλλάζει διαρκώς θέση μέσα σε ένα χώρο. Αν σε ένα απόλυτο κενό δύο κύριοι κινηθούν με ίσες ταχύτητες και παράλληλες πορείες, η ταχύτητά τους δεν είναι αντιληπτή γιατί συνέχεια ο ένας βλέπει τον άλλο στη ίδια πάντα θέση. Αν όμως συγκρίνουμε την πορεία τους με ένα κοσμικό αντικείμενο , εγγύς ή μακράν, ή με το πέρασμα μιάς ηλιακής ακτίνας εντός του κινητικού τους χώρου, τότε μπορούμε να αντιληφθούμε και να προσδιορίσουμε την ταχύτητα με την οποία κινούνται, μέσω της Μαθηματικής Επιστήμης.
Η έννοια της κίνησης υπάρχει και στον Μικρόκοσμο και στον Μεγάκοσμο.
Στον Μικρόκοσμο τα άτομα, τα πρωτόνια, τα νετρόνια, τα κουάρκς, τα στοιχειώδη σωματίδια υπάγονται στους νόμους της στροφορμής με κίνηση γύρω από τον εαυτόν τους (spin) αλλά και με κίνηση πορείας η οποία λόγω της αρχής της απροσδιοριστίας του Werner Heisenberg, δεν μπορεί να διαπιστωθεί. Ολόκληρος ο κόσμος των φυσικών οντοτήτων κινείται. Από τους ιούς μέχρι τα δένδρα, τα ζώα, τα φυτά, από τα μαγνητικά μέχρι τα ηχητικά κύματα ο άνθρωπος της εποχής μας έχει τη δυνατότητα να μετράει τις κινήσεις τους με μαθηματικούς όρους.
Στην μεγάλη κλίμακα του Σύμπαντος, η επιστήμη της φασματοσκόπισης επιτρέπει στον άνθρωπο να προσεγγίσει σχεδόν με ακρίβεια την κίνηση και την πορεία των πλανητικών συστημάτων και των Γαλαξιών. Η Κινητική Αρχή αποτελεί έναν παγκόσμιο νόμο στον οποίο υπάγονται όλα τα όντα και τα φαινόμενα της φύσης και του κόσμου. Η Κινητική Αρχή και ο Νόμος της Κίνησης περιγράφονται με μαθηματική ακρίβεια στην Ειδική και την Γενική Θεωρία της Σχετικότητας του Αϊνστάιν. Όμως, ο Αριστοτέλης με την δική του φιλοσοφική- επιστημονική ερμηνεία διδάσκει ότι η κίνηση αποτελεί φαινόμενο των μερών μιάς πλήρους Ολότητας που ονομάζεται Ακινησία.
Ακινησία
Το «είναι» στην αρχέγονη έννοια του «γίγνεσθαι», κατά τον Αριστοτέλη, έχει δύο πρωταρχικά στοιχεία: Την ύλη ως υποκείμενο και την μορφή που το ορίζει. Η ύλη είναι τόσο αγέννητη, όσο και η μορφή. Και τα δύο είναι αιώνια. Όμως, αυτό που γεννιέται, που γίνεται, δεν είναι ούτε η ύλη, ούτε η μορφή. Την γένεση, αυτό που καλείται «γίγνεσθαι» το δημιουργεί ο συγκεκριμένος σύνδεσμος ύλης και μορφής, που αφορά στην μετάβαση από μία δυνατότητα σε μία πραγματικότητα.
Η κίνηση είναι αυθόρμητη και αιώνια. Αιώνια είναι και η πρώτη αιτία για τη δημιουργία της κίνησης. Αυτή η πρώτη αιτία της Κινητικής Αρχής, που τίποτα το υλικό δεν έχει την δυνατότητα να την προσεγγίσει , είναι το Απόλυτο Πνεύμα, η Θεότητα, σύμφωνα πάντα με τον Αριστοτέλη. Το ερώτημα που προκύπτει είναι «αν η Θεότητα κινείται» Αν η κίνηση είναι το αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ο κόσμος, η Θεότητα υπάγεται στην ανάγκη να κινηθεί; Γιατί, αν υπάγεται, τότε η Ανάγκη προηγείται της Θεότητας.
Επειδή όμως η Ανάγκη προκύπτει μέσα από την Ουσία της Θεότητας, τότε η Θεότητα αποτελεί μια ολοτελή Ακίνητη Θεία Ουσία, το Ένα, το Μοναδικό, το Αγέννητο, το Αιώνιο, το Αμετάβλητο, το Ολοτελές, το Πλήρες, το μη Οριζόμενο αλλά Μεριζόμενο και ταυτόχρονα Αμέριστο. Όταν το Ένα μερίζεται στο Δύο, η ακινησία γεννά την κίνηση. Ό,τι κινείται ορίζεται σε δύο είδη, σε γένη, σε χημικά πρότυπα και ουσίες δημιουργώντας φύση και κόσμο. Και ενώ η Ακίνητη Ουσία, η Θεότητα στοχάζεται μόνο τον Εαυτό της έξω από κάθε υλική υπόσταση, η γενεσιουργός Ουσία της, το Δύο δημιουργεί το αιώνιο «γίγνεσθαι», αυτό που πάντα υπήρχε και πάντα θα υπάρχει αναπαράγοντας εσαεί τα είδη και τα γένη.
Επιμύθιον: Τελικός σκοπός της ευφυούς υπάρξεως που λέγεται Άνθρωπος είναι να γνωρίσει «μετά θάνατον» τον κινητικό κόσμο της Άλλης Ζωής, με σκοπό την ένωση της ψυχής με την Θεότητα.